Σειρά πρωτοβουλιών που έχουν σχεδιαστεί για τον καλύτερο εξοπλισμό των ομοσπονδιακών υπηρεσιών με τα κατάλληλα εργαλεία κυβερνοασφάλειας εδραιώνει το προεδρικό διάταγμα που υπέγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, μετά την κυβερνοεπίθεση στην εταιρεία αγωγών Colonial Pipeline.

Το διάταγμα αφορά την αναβάθμιση των ομοσπονδιακών υποδομών κυβερνοασφάλειας και την προώθηση βελτιώσεων στους κανόνες ψηφιακής ασφάλειας σε όλο τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος έχει δεχτεί ένα κύμα εξελιγμένων τεχνολογικά κυβερνοεπιθέσεων

Υπογράφηκε, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, μετά την κυβερνοεπίθεση κατά της Colonial Pipeline, που προκάλεσε τη διακοπή λειτουργίας μερικών εσωτερικών συστημάτων υπολογιστών της από κακόβουλο λογισμικό.

Η κυβερνοεπίθεση οδήγησε την Colonial στη διακοπή της λειτουργίας του κεντρικού αγωγού καυσίμων της, προκαλώντας ελλείψεις καυσίμου και αγορές πανικού στις νοτιοανατολικές αμερικανικές πολιτείες.

Χθες, Τετάρτη, η Colonial, που έχει την έδρα της στην Ατλάντα, ανακοίνωσε ότι «ενεργοποίησε την επαναλειτουργία του αγωγού στις 17:00 ώρα Ανατολικής Ακτής ΗΠΑ».

Το προεδρικό διάταγμα απαιτεί επίσης από τις εταιρίες που πωλούν λογισμικά στην αμερικανική κυβέρνηση να τηρούν συγκεκριμένους κανόνες κυβερνοασφάλειας στα προϊόντα τους, αλλά και να αναφέρουν πότε οι ίδιες έχουν δεχτεί παρόμοιες κακόβουλες ψηφιακές επιθέσεις.

Ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης περιέγραψε το εκτελεστικό διάταγμα ως ένα μέτρο που θα έχει «πολύ σημαντική» επίδραση στην ικανότητα της κυβέρνησης να εντοπίζει και να αντιδρά σε περιπτώσεις κακόβουλων ηλεκτρονικών επιθέσεων.

Η κυβερνοεπίθεση κατά του αναφερόμενου δικτύου αγωγών είναι το τελευταίο περιστατικό, σε μία σειρά κυβερνοεπιθέσεων κατά αμερικανικών εταιριών και κυβερνητικών υπηρεσιών μέσα στο τελευταίο εξάμηνο.

Το Δεκέμβριο, έγινε γνωστή μία ρωσική επιχείρηση ηλεκτρονικών υποκλοπών, μέσω της διείσδυσης σε εννέα ομοσπονδιακές υπηρεσίες. Πιο πρόσφατα, η αμερικανική κυβέρνηση διερεύνησε μία διαφορετική εκστρατεία υποκλοπών που είχε σχέσεις με την Κίνα και επηρέασε πέντε πολιτικές υπηρεσίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

«Είναι δύσκολο το να μαθαίνεις από το κάθε περιστατικό και να διασφαλίζεις ότι η κυβέρνηση και οι εταιρίες θα έχουν πληροφορίες για να προστατεύονται», δήλωσε ο ίδιος αξιωματούχος. «Έτσι, πιέσαμε τα πράγματα όσο μπορούσαμε και είπαμε ότι όποιος κάνει δουλειές με την αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να ενημερώνει για τα περιστατικά κυβερνοασφάλειας, ώστε να μπορούμε να χρησιμοποιούμε τις πληροφορίες αυτές και να προστατεύουμε τους Αμερικανούς».



ΠΗΓΗ